μια χαρά

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μια χαρά <  δείτε τις λέξεις μια και χαρά

Έκφραση

μια χαρά

Έκφραση

μια χαρά (επιθετική έκφραση)

  • που είναι καλός ή πολύ καλός όσον αφορά την εμφάνιση, το χαρακτήρα, την ποιότητα κ.ο.κ.
    γνωρίσαμε και την κόρη τους, που είναι μια χαρά κοπέλα
    είναι μια χαρά σκυλί
    το αυτοκίνητο που αγόρασε είναι μια χαρά για τα χρήματα που του κόστισε

  • μια χαρά και δυο τρομάρες

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.