μη αποκλειστική διάζευξη
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μη αποκλειστική διάζευξη < → δείτε τις λέξεις μη, αποκλειστικός και διάζευξη
Πολυλεκτικός όρος
μη αποκλειστική διάζευξη
- (λογική) η απλή διάζευξη, λογικός δυαδικός τελεστής (πράξη) που δέχεται δύο λογικές προτάσεις και δίνει αποτέλεσμα 'Αληθής' (true) όταν η μία τουλάχιστον από τις προτάσεις είναι 'Αληθής', αλλιώς δίνει 'Ψευδής' (false)
Υπερώνυμα
Συγγενικά
-
Λογική διάζευξη στη Βικιπαίδεια

- Logical disjunction, εικόνες στα Wikimedia Commons
Μεταφράσεις
μη αποκλειστική διάζευξη
Αναφορές
- Γεώργιος Βούρος (Πάτρα 2002), «Διακριτά Μαθηματικά», σελ. 15. Προσπέλαση 2020-02-28
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.