μεθίστημι
Αρχαία ελληνικά (grc)
| Αρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
|---|---|---|
| Ενεστώτας | μεθίστημι | μεθίσταμαι |
| Παρατατικός | μεθίστην | μεθιστάμην |
| Μέλλοντας | μεταστήσω | μεταστήσομαι |
| Αόριστος | μετέστησα | μετεστησάμην/μετέστην/μετεστάθην |
| Παρακείμενος | μεταστήσας ἔχω | μεθέστηκα |
| Υπερσυντέλικος | μεταστήσας εἶχον | μεθειστήκειν |
| Συντελ.Μέλλ. | μεθεστήξομαι |
Ρήμα
μεθίστημι
Κλίση
μεθίστημι
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.