μακάρια
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
μακάρια <
μακάριος
Επίρρημα
μακάρια
με απόλυτη
ευτυχία
, σε απόλυτη
ευφορία
Συγγενικά
μακάριος
μακαριότητα
Συνώνυμα
ευτυχισμένος
καλότυχος
Μεταφράσεις
μακάρια
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.