μαζικός αριθμός

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μαζικός αριθμός <  δείτε τις λέξεις μαζικός και αριθμός

Πολυλεκτικός όρος

μαζικός αριθμός αρσενικό

  • (χημεία) Το σύνολο των νουκλεονίων (πρωτονίων και νετρονίων) που βρίσκονται στον πυρήνα ενός ατόμου. Συμβολίζεται με διεθνές σύμβολο το λατινικό A. Επίσης, με το M
    Ο φυσικός άνθρακας έχει 6 πρωτόνια και 6 νετρόνια στον πυρήνα του, οπότε ο μαζικός αριθμός του είναι 12.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.