λογικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
λογικά
<
λογικός
+
-ά
Επίρρημα
λογικά
με
λογικό
τρόπο
, με
λογική
Μεταφράσεις
λογικά
αγγλικά
:
logically
(en)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
λογικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
λογικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.