λίμνη αίματος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | λίμνη αίματος | οι | λίμνες αίματος |
| γενική | της | λίμνης αίματος | των | λιμνών αίματος |
| αιτιατική | τη | λίμνη αίματος | τις | λίμνες αίματος |
| κλητική | λίμνη αίματος | λίμνες αίματος | ||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Πολυλεκτικός όρος
λίμνη αίματος θηλυκό
- χαρακτηρίζεται ο τόπος άγριου εγκλήματος, ή θανατηφόρου ατυχήματος από την εικόνα που παρουσιάζει η ακατάσχετη αιμορραγία του θύματος.
- βρέθηκε το θύμα σε μια λίμνη αίματος
Μεταφράσεις
λίμνη αίματος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.