κρυσταλλοτρίοδος
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κρυσταλλοτρίοδος < κρύσταλλος + τρίοδος.
Ουσιαστικό

Διάφοροι κρυσταλλοτρίοδοι.
.svg.png.webp)
Σύμβολο PNP κρυσταλλοτρίοδου.
.svg.png.webp)
Σύμβολο NPΝ κρυσταλλοτρίοδου.
κρυσταλλοτρίοδος θηλυκό
- (ηλεκτρολογία) Ημιαγωγική συσκευή που έχει την ικανότητα, χρησιμοποιώντας ένα μικρό ποσό ηλεκτρικής τάσης ή ρεύματος, να ελέγχει μια μεγαλύτερη αλλαγή στην τάση ή στην ένταση του ρεύματος. Aποτελείται από τρεις περιοχές που ονομάζονται: εκπομπός (E), βάση (B) και συλλέκτης (C). Μπορεί να λειτουργήσει ως ενισχυτής, ως διακόπτης, ως ανορθωτής, ως σταθεροποιητής, ως διαμορφωτής κ.α. Η κρυσταλλοτρίοδος αποτελεί θεμελιώδες συστατικό κάθε σύγχρονου ηλεκτρονικού κυκλώματος (σε υπολογιστές, οθόνες, ραδιόφωνα κ.λ.π.).
- Η πρώτη λειτουργική κρυσταλλοτρίοδος επαφής δημιουργήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1946 από τους William Shockley, John Bardeen και Walter Brattain στα εργαστήρια της Bell.
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
κρυσταλλοτρίοδος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.