κρα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κρα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κρά ηχομιμητική λέξη [1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈkɾa/

Ουσιαστικό

κρα άκλιτο

Εκφράσεις

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.