καταφαγᾶς

Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική καταφαγᾶς
      γενική τοῦ καταφαγ
      δοτική τῷ καταφαγ
    αιτιατική τὸν καταφαγᾶν
     κλητική ! καταφαγ
ανώμαλη κλίση, Κατηγορία 'Μηνᾶς' όπως «Μηνᾶς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

καταφαγᾶς < κατα- + φαγᾶς

Ουσιαστικό

καταφαγᾶς

Συνώνυμα

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.