καθολικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
καθολικά
<
καθολικός
Επίρρημα
καθολικά
με
καθολικό
τρόπο,
συνολικά
σύμφωνα με το
καθολικό
δόγμα
Μεταφράσεις
καθολικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
καθολικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
καθολικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.