μητρική κάρτα

Νέα ελληνικά (el)

Μητρική κάρτα υπολογιστή.

Ετυμολογία

μητρική κάρτα < μητρικός + κάρτα

Πολυλεκτικός όρος

μητρική κάρτα θηλυκό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. (αγγλικά) Motherboard. Πρόσβαση 2021-05-05.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.