θεαματικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
θεαματικά
<
θεαματικός
Επίρρημα
θεαματικά
κατά τρόπο
θεαματικό
Μεταφράσεις
θεαματικά
γαλλικά
:
spectaculairement
(fr)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
θεαματικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
θεαματικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.