εἶλαρ
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- εἶλαρ < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
εἶλαρ ουδέτερο (ελλειπτικό ουσιαστικό) (μόνο σε ονομαστική και αιτιατική ενικού)
- (για πλοίο και επιβάτες) καταφύγιο, ασφάλεια, προφύλαξη
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 7 (Η. Ἕκτορος καὶ Αἴαντος μονομαχία. Νεκρῶν ἀναίρεσις.), στίχ. 437 (435-437)
- τύμβον δ᾽ ἀμφ᾽ αὐτὴν ἕνα ποίεον ἐξαγαγόντες | ἄκριτον ἐκ πεδίου, ποτὶ δ᾽ αὐτὸν τεῖχος ἔδειμαν | πύργους θ᾽ ὑψηλούς, εἶλαρ νηῶν τε καὶ αὐτῶν.
- και ολόγυρά της πάγκοινον σηκώσα τάφον έναν | απ᾽ το πεδίον κι έκτισαν σιμά του τείχος μέγα | με υψηλούς πύργους, φύλαξιν δι᾽ αυτούς και τα καράβια·
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- τύμβον δ᾽ ἀμφ᾽ αὐτὴν ἕνα ποίεον ἐξαγαγόντες | ἄκριτον ἐκ πεδίου, ποτὶ δ᾽ αὐτὸν τεῖχος ἔδειμαν | πύργους θ᾽ ὑψηλούς, εἶλαρ νηῶν τε καὶ αὐτῶν.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 14 (Ξ. Διὸς ἀπάτη.), στίχ. 56 (55-56)
- τεῖχος μὲν γὰρ δὴ κατερήριπεν, ᾧ ἐπέπιθμεν | ἄρρηκτον νηῶν τε καὶ αὐτῶν εἶλαρ ἔσεσθαι·
- Ήδη το τείχος έπεσε, που ασύντριφτη να είναι | προφυλακή θαρρούσαμε σ᾽ εμάς και στα καράβια.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- τεῖχος μὲν γὰρ δὴ κατερήριπεν, ᾧ ἐπέπιθμεν | ἄρρηκτον νηῶν τε καὶ αὐτῶν εἶλαρ ἔσεσθαι·
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 7 (Η. Ἕκτορος καὶ Αἴαντος μονομαχία. Νεκρῶν ἀναίρεσις.), στίχ. 437 (435-437)
- φράγμα εναντίον των κυμάτων, κυματοθραύστης
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 5 (ε. Ἀπόπλους Ὀδυσσέως παρὰ Καλυψοῦς.), στίχ. 257 (256-257)
- φράξε δέ μιν ῥίπεσσι διαμπερὲς οἰσυΐνῃσι | κύματος εἶλαρ ἔμεν· πολλὴν δ᾽ ἐπεχεύατο ὕλην.
- Ύστερα τη σχεδία περίφραξε, στο κύμα για ν᾽ αντέχει, | με κλωνάρια ιτιάς, ρίχνοντας από πάνω φύλλα.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- φράξε δέ μιν ῥίπεσσι διαμπερὲς οἰσυΐνῃσι | κύματος εἶλαρ ἔμεν· πολλὴν δ᾽ ἐπεχεύατο ὕλην.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 5 (ε. Ἀπόπλους Ὀδυσσέως παρὰ Καλυψοῦς.), στίχ. 257 (256-257)
Πηγές
- εἶλαρ - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- εἶλαρ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.