εκφραστικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
εκφραστικά
<
εκφραστικός
+
-ά
Επίρρημα
εκφραστικά
με
εκφραστικό
τρόπο
,
με
εκφραστικότητα
Μεταφράσεις
εκφραστικά
αγγλικά
:
expressively
(en)
γαλλικά
:
expressivement
(fr)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
εκφραστικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
εκφραστικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.