δωρεάν λογισμικό
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- δωρεάν λογισμικό < → δείτε τις λέξεις δωρεάν και λογισμικό, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική freeware
Πολυλεκτικός όρος
δωρεάν λογισμικό
- (λογισμικό) δωρεάν στη χρήση, πλήρως λειτουργικό λογισμικό, που δεν απαιτεί κάποιου είδους πληρωμή (πχ. χρήματα, διαφήμιση, κλπ.), ιδιοκτησιακού καθεστώτος (proprietary) και συνήθως δεν είναι λογισμικό ανοιχτού κώδικα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.