διαφορετικά

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

διαφορετικά < διαφορετικός

Επίρρημα

διαφορετικά

  1. σε διαφορετική περίπτωση
  2. με διαφορετικό τρόπο

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

διαφορετικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.