γιακ

Νέα ελληνικά (el)

Ένα γιακ στα Ιμαλάια (Νεπάλ).

Ετυμολογία

γιακ < (άμεσο δάνειο) αγγλική yak

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈʝak/

Ουσιαστικό

γιακ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.