γαλατικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ουσιαστικό
γαλατικά
(el)
ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
(
γλώσσα
)
τα
γαλατικά
, η
γαλατική
γλώσσα
Κλιτικός τύπος επιθέτου
γαλατικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
γαλατικό
Μεταφράσεις
γαλατικά
γαλλικά
:
gaulois
(fr)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.