βαλτοτόπι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βαλτοτόπι τα βαλτοτόπια
      γενική
    αιτιατική το βαλτοτόπι τα βαλτοτόπια
     κλητική βαλτοτόπι βαλτοτόπια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

βαλτοτόπι < βαλτότοπ(ος) + / βάλτ(ος) + -ο- + -τόπι

Ουσιαστικό

βαλτοτόπι ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.