αποκρουστικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
αποκρουστικά
<
αποκρουστικός
+
-ά
Επίρρημα
αποκρουστικά
με
αποκρουστικό
τρόπο
Μεταφράσεις
αποκρουστικά
αγγλικά
:
repulsively
(en)
,
repellingly
(en)
γαλλικά
:
hideux
(fr)
,
repoussant
(fr)
répugnant
(fr)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αποκρουστικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
αποκρουστικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.