αξιόποινη πράξη
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αξιόποινη πράξη < → δείτε τις λέξεις αξιόποινος και πράξη
Πολυλεκτικός όρος
αξιόποινη πράξη θηλυκό
- (νομικός όρος) οποιαδήποτε πράξη (παράλειψη ή ενέργεια) που εκ της υφιστάμενης νομοθεσίας επισύρει κολασμό.
- (συνεκδοχικά) κάθε τυπική, άδικη και ασύγνωστη πράξη
Σημειώσεις
- η καταλογιζόμενη αξιόποινη πράξη σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία (ποινικός κώδικας) χαρακτηρίζεται έγκλημα, διακρινόμενο ανάλογα σε πταίσμα, πλημμέλημα, ή κακούργημα.
- (καθαρεύουσα) ἀξιόποινος πρᾶξις
Μεταφράσεις
αξιόποινη πράξη
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.