ανώνυμη εταιρεία

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ανώνυμη εταιρεία <  δείτε τις λέξεις ανώνυμος και εταιρεία

Προφορά

ΔΦΑ : /aˈno.ni.mi e.teˈɾi.a/

Πολυλεκτικός όρος

ανώνυμη εταιρεία θηλυκό

  • (οικονομία, νομικός όρος) εμπορική εταιρεία της οποίας το εταιρικό κεφάλαιο είναι διαιρεμένο σε ίσης αξίας μετοχές, ανώνυμες ή ονομαστικές, ελεύθερα μεταβιβάσιμες
    συντομογραφία: ΑΕ

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.