ανθρακί

Νέα ελληνικά (el)

Προφορά

ΔΦΑ : /an.θɾaˈci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ανθρακί

Ετυμολογία 1

ανθρακί < άνθρακ(ας) +

Ουσιαστικό

ανθρακί ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

Επίθετο

ανθρακί άκλιτο

Ετυμολογία 2

ανθρακί: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ανθρακί

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.