αλληγορώ

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Αναφορά σε ρήμα αρχαίο, καθαρεύουσας.



Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αλληγορώ < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀλληγορῶ, συνηρημένος τύπος του ἀλληγορέω < ἄλλος + ἀγορά < ἀγείρω

Ρήμα

αλληγορώ

Συγγενικά

 και δείτε τις λέξεις άλλος και αγορά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.