αγία ράβδος
Νέα ελληνικά (el)
Ουσιαστικό
αγία ράβδος[1] θηλυκό
- (παρωχημένο) ξύλινη ράβδος που είχαν παλιότερα οι δάσκαλοι στο σχολείο και χτυπούσαν τους μαθητές
- (συνεκδοχικά) (παρωχημένο) το ξύλο που έπεφτε μ’ αυτή τη ράβδο, το χτύπημα
Μεταφράσεις
αγία ράβδος
|
|
- αγία ράβδος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.