Φώτισμα
Ποντιακά (pnt)
Ετυμολογία
- Φώτισμα < → δείτε τη λέξη φώτισμα
Κύριο όνομα
Φώτισμα αρσενικό
Συγγενικά
- τη Φωτός (στις ίδιες περιοχές)
- Φώτιγμαν, Φώτιμαν (σε Τραπεζούντα και Χαλδία)
- Φώτισμαν (σε Κερασούντα, Κοτύωρα και τη Σάντα, το σημερινό Ντουμανλί)
Πηγές
- Μ.Γ. Βαρβούνης - Μαρία Τριπερίνα, Ο κύκλος του χρόνου στο λαϊκό πολιτισμό των Ποντίων (μέσα 19ου αι. - 1922). Παράρτημα αρ. 35 του “Αρχείου Πόντου”. Αθήνα 2015.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.