Τακσίδης

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Τακσίδης < (μεταγραφή) ρωσική ТаксидисТаксиди) < νέα ελληνική Ταξείδης ή Ταξίδης

Προφορά

ΔΦΑ : /takˈsi.ðis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Tακσίδης
ομόηχα: Ταξείδης, Ταξίδης

Μεταγραφή

Τακσίδης αρσενικό

Σημειώσεις

  • ενδεχομένως, εφόσον θεωρηθεί «ελληνοποιημένο», να υπάρχει θηλυκός τύπος Τακσίδη ή Τακσίδου· ειδάλλως, η μεταγραφή του θηλυκού ρωσικού ίσως είναι Τακσίδισα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.