Στύξ

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
Στῠγ-
ονομαστική Στύξ
      γενική τῆς Στυγός
      δοτική τῇ Στυγῐ́
    αιτιατική τὴν Στύγ
     κλητική ! Στύξ
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
3η κλίση, Κατηγορία 'φλόξ' όπως «φλόξ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Στύξ < στυγέω / στυγῶ

Κύριο όνομα

Στύξ θηλυκό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.