Παπάδες

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Παπάδες
      γενική των Παπάδων
    αιτιατική τους Παπάδες
     κλητική Παπάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

Παπάδες <  δείτε τις λέξεις παπάς και Παπάς

Κύριο όνομα

Παπάδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

Ετυμολογία 2

Παπάδες : κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Παπάδες αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.