Μπαρμπαρέσου
Θηλυκά επώνυμα
Ετυμολογία
- Μπαρμπαρέσου < γενική ενικού του αρσενικού Μπαρμπαρέσος
Προφορά
- ΔΦΑ : /baɾ.baˈɾe.su/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπαρ‐μπα‐ρέ‐σου
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Barbaresou
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Μπαρμπαρέσου αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Μπαρμπαρέσος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.