Κάπραινα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Κάπραινα | ||
| γενική | της | Κάπραινας | ||
| αιτιατική | την | Κάπραινα | ||
| κλητική | Κάπραινα | |||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κάπραινα < αρβανίτικη Kaprenë[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈka.pɾe.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κά‐πραι‐να
Κύριο όνομα
Κάπραινα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (παρωχημένο) χωριό της Βοιωτίας, πρώην ονομασία της Χαιρώνειας[2]
Αναφορές
- Bellusci, Antonio (1994). Ricerche e studi tra gli arberori dell'ellade. Centro ricerche socio-culturali G. Castriota. σελ. 34.
- ΦΕΚ 79 Β, 28 Σεπτεμβρίου 1916
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.