Ζητουνιάτη
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Ζητουνιάτη < γενική ενικού του αρσενικού Ζητουνιάτης
Προφορά
- ΔΦΑ : /zi.tuˈɲa.ti/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζη‐του‐νιά‐τη
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Зитуниати
- λατινικοί χαρακτήρες: Zitouniati
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
Ζητουνιάτη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Ζητουνιάτης
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.