Εἰρηναῖον

Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική τὸ Εἰρηναῖον
      γενική τοῦ Εἰρηναίου
      δοτική τῷ Εἰρηναί
    αιτιατική τὸ Εἰρηναῖον
     κλητική ! Εἰρηναῖον
2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «στοιχεῖον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Εἰρηναῖον < εἰρηναῖον, ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου εἰρηναῖος,  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;   λατινικό ...

Κύριο όνομα

Εἰρηναῖον, -ου ουδέτερο

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.