ΕΟΚ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ΕΟΚ < δείτε ορισμούς

Προφορά

ΔΦΑ : /eˈok/

Συντομομορφή

Ε.Ο.Κ.

  1. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο: Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η μεγαλύτερη από τις τρεις κοινότητες (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) που είχαν ιδρυθεί με απώτερο σκοπό την οικονομική ολοκλήρωση της Ευρώπης
  2. (αθλητισμός) θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο: Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης
  3. αρσενικό άκλιτο ακρωνύμιο: Εθνικός Οργανισμός Καπνού
  4. (φυσική) ουδέτερο ακρωνύμιο: Επίπεδο Ομοιόμορφο Κύμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.