Αλκμάν
Νέα ελληνικά (el)
→ λείπει η κλίση
Ετυμολογία
- Αλκμάν < αρχαία ελληνική Ἀλκμάν < η ρίζα αλκμ παραπέμπει σε λέξεις με την έννοια του σφριγηλού, ακμαίου (< αλκή)
Κύριο όνομα
Αλκμάν (Αλκμάνος η γενική)
- (λογοτεχνία) ο Αλκμάνας, ο ποιητής Ἀλκμάν, που γεννήθηκε στη Σπάρτη γύρω στο 700 π.Χ.
- η οδός Αλκμάνος πήρε το όνομά της από τον ποιητή
- παραθέματα, βιογραφικά: → δείτε τη λέξη Ἀλκμάν
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.