web server

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

web server <  δείτε τις λέξεις web και server

Πολυλεκτικός όρος

web server (en)

  • (λογισμικό) ο εξυπηρετητής περιεχομένου, ο εξυπηρετητής ιστού [1][2][3]
      The web server must answer every HTTP request, at least with an error message [3]
    Ο εξυπηρετητής περιεχομένου πρέπει να απαντά σε κάθε αίτημα HTTP, τουλάχιστον με ένα μήνυμα σφάλματος (Απόδοση: το Βικιλεξικό.)
  • (υλικό υπολογιστή) ο εξυπηρετητής [3]

Συνώνυμα

  • Origin Content Server (OCS)

Υπερώνυμα

  • web server στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
  • Web server, εικόνες στα Wikimedia Commons

Αναφορές

  1. «εξυπηρετητής ιστού» από αναζήτηση «web server» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. (αγγλικά) Basics of WSGI. Αρχειοθέτηση 2020-05-09. Προσπέλαση 2020-09-20
  3. (αγγλικά) What is a web server?. Προσπέλαση 2021-03-14
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.