web application

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

web application <  δείτε τις λέξεις web και application

Πολυλεκτικός όρος

web application (en) (πληθυντικός web applications)

Συνώνυμα

Υπερώνυμα

Αναφορές

  1. «εφαρμογή ιστού» από αναζήτηση «web application» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. (αγγλικά) Basics of WSGI. Αρχειοθέτηση 2020-05-09. Προσπέλαση 2020-09-20
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.