usage
Αγγλικά
(en)
Ουσιαστικό
usage
(en)
η
χρήση
ο τρόπος χρήσης
η
συνήθεια
, το
έθιμο
Γαλλικά
(fr)
Ετυμολογία
usage
<
λατινική
usus
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
usage
(fr)
αρσενικό
η
συνήθεια
η
χρήση
Εκφράσεις
il est d'usage
-
είθισται
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.