search engine

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

search engine <  δείτε τις λέξεις search και engine

Πολυλεκτικός όρος

search engine (en)

Αναφορές

  1. «μηχανή αναζήτησης», «πρόγραμμα αναζήτησης» από αναζήτηση «search engine» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.