query

Αγγλικά (en)

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈkwɪə.ɹi/ & /ˈkwɪ.ɹi/

Ουσιαστικό

query (en)

  1. ερώτηση, ερώτημα
  2. (βάσεις δεδομένων) ερώτημα

Ρήμα

query (en)

Πολυλεκτικοί όροι

(πληροφορική)

  • query στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.