parser
Αγγλικά (en)
Ουσιαστικό
- συντακτικός αναλυτής
- (πληροφορική) πρόγραμμα που λαμβάνει δεδομένα και τα αναλύει σε διαχειρίσιμες δομές δεδομένων, λαμβάνοντας υπόψη την σημασία τους
- ※ All modern browsers have a built-in XML parser that can convert text into an XML DOM object. (XML tutorial) [1]
- Όλοι οι σύγχρονοι φυλλομετρητές διαθέτουν ενσωματωμένο πρόγραμμα ανάλυσης για XML που μπορεί να μετατρέψει ένα αρχείο κειμένου σε αντικείμενο XML DOM.
- ※ All modern browsers have a built-in XML parser that can convert text into an XML DOM object. (XML tutorial) [1]
-
parser στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές
- (αγγλικά) XML Parser. Πρόσβαση 2020-11-12.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.