northbridge
Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό
| ενικός | πληθυντικός |
| northbridge | northbridges |
northbridge (en)
- (πληροφορική) μικροεπεξεργαστής (IC) που συνδέει την κεντρική μονάδα επεξεργασίας (CPU) με άλλα τμήματα της μητρικής κάρτας (motherboard) που απαιτούν υψηλές ταχύτητες όπως η κεντρική μνήμη (RAM) και την θύρα επιτάχυνσης γραφικών (AGP), αργότερα PCI Express (PCIe)
Συνώνυμα
- host bridge
Συγγενικά
Υπερώνυμα
-
northbridge στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.