micro-

Διεθνείς όροι

Ετυμολογία

micro- < αρχαία ελληνικά μικρός

Πρόθημα

micro-


Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

micro- < αρχαία ελληνική μικρός

Πρόθημα

micro-

  1. μικρο- (για κάτι πολύ μικρό σε μέγεθος)
    microorganism
  2. μικρο- (για υποπολλαπλάσια μονάδων)



Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

micro- < αρχαία ελληνική μικρός

Πρόθημα

micro-

  1. μικρο- (σχετικά με κάτι που έχει μικρό μέγεθος)
  2. microscope
  3. μικρο- (για υπολλαπλάσια μονάδων)
    micromètre
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.