marronnier
Γαλλικά
(fr)
Προφορά
ⓘ
Ουσιαστικό
ενικός
πληθυντικός
marronnier
marronniers
marronnier
(fr)
αρσενικό
η
καστανιά
, η
πικροκαστανιά
λέγεται για ένα
θέμα
που επανέρχεται κάθε χρόνο στις
ειδήσεις
(π.χ. το βάρος της σχολικής
σάκας
, η αύξηση της τιμής των εισιτηρίων του
μετρό
, κ.λπ.)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.