log file
Αγγλικά (en)
Πολυλεκτικός όρος
log file (en)
- (πληροφορική) αρχείο υπολογιστή όπου καταγράφονται σειραϊκά τα ενδιαφέροντα συμβάντα στη λειτουργία ενός λογισμικού
-
log file στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.