ex

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

ex: χρήση του ex- χωρίς δεύτερο συνθετικό, στη σημασία «πρώην»

Επίθετο

ex (en) (χωρίς παραθετικά)

  • τέως, πρώην
    the ex-President of the USA - ο τέως Πρόεδρος των ΗΠΑ
    the ex-Minister - ο πρώην Υπουργός
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη former

Πηγές



Λατινικά (la)

Πρόθεση

ex (la)

Παράγωγα

  • ex- Λατινικές λέξεις με πρόθημα ex- στο Βικιλεξικό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.