dequeue

Αγγλικά (en)

Στη δομή της ουράς (FIFO) το εξερχόμενο στοιχείο αφαιρείται από την αρχή της (front)

Ουσιαστικό

dequeue (en)

  1. (πληροφορική) μία από τις δύο βασικές λειτουργίες της ουράς (FIFO) κατά την οποία εξάγεται (αφαιρείται) μια οντότητα (στοιχείο/δεδομένο) από την αρχή της
    Αντώνυμα: enqueue
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.