counterintuitively

Αγγλικά (en)

παραθετικά
θετικός counterintuitively
συγκριτικός more counterintuitively
υπερθετικός most counterintuitively

Ετυμολογία

counterintuitively < counterintuitive + -ly

Επίρρημα

counterintuitively (en)

  • αντίθετα προς τη φυσική μου ροπή, με τρόπο που είναι το αντίθετο από αυτό που θα περίμενα ή αυτό που φαίνεται να είναι προφανές
    He soon found out however that, perhaps counterintuitively, private schools could offer a higher level of education to the poor.
    Διαπίστωσε σύντομα όμως ότι, αντίθετα ίσως προς τη φυσική του ροπή, τα ιδιωτικά σχολεία μπορούσαν να προσφέρουν υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης στους φτωχούς.

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.