coquille
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ⓘ
Ουσιαστικό
| ενικός | πληθυντικός |
| coquille | coquilles |
coquille (fr) θηλυκό
- το κέλυφος, το όστρακο (για τα μαλάκια)
- το κέλυφος, το τσόφλι (για το αβγό)
- → δείτε τις λέξεις blanc d'œuf και jaune d'œuf
- το τυπογραφικό λάθος
Εκφράσεις
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.